Τετάρτη 7 Αυγούστου 2013

Κάστρο της Χίου

Το Κάστρο της Χίου βρίσκεται στη βόρεια πλευρά του λιμανιού της πόλης της Χίου και έχει έκταση περίπου 180.000 τ.μ.. Το Κάστρο περιλαμβάνει κατοικημένη περιοχή, η οποία περικλείεται από πέτρινα τείχη, τα οποία αποσκοπούσαν στην προστασία του πληθυσμού από ναυτικές επιθέσεις και πολιορκίες.
Οι ανασκαφές ανάγουν την ύπαρξη του Κάστρου της Χίου στους ελληνιστικούς χρόνους, και παρόλο που ποτέ δεν εγκαταλείφθηκε, λόγω των πολλαπλών επιθέσεων που δεχόταν από φιλόδοξους κατακτητές, άλλαζε συνεχώς όψη. Στις μέρες μας το Κάστρο της Χίου ταυτίζεται περισσότερο με την εποχή της Γενουατοκρατίας (1346 -1566 μ.Χ.), τη σύντομη Ενετική κατάληψη του Κάστρου το 1694-1695, αλλά και την μετέπειτα οθωμανική περιόδο. Το Κάστρο της Χίου πάντοτε αποτελούσε το διοικητικό και στρατιωτικό κέντρο του νησιού, ωστόσο την εποχή της Γενουατοκρατίας γνώρισε την ενδοξότερη εποχή στην ιστορία του.
Τα τείχη του χωρίζονται σε χερσαία και επιθαλάσσια, σχηματίζοντας ένα ακανόνιστο πεντάγωνο όπου ισχυροί προμαχώνες δεσπόζουν κατά μήκος των τειχών, οκτώ από τους εννέα συνολικά σώζονται, άλλοι σε πολύ καλή κατάσταση και άλλοι όχι. Μέρος της ανατολικής πλευράς των τειχών δεν σώζεται σήμερα. Tα χερσαία τείχη περιέβαλλε τάφρος, δημιουργώντας ένα τεχνητό νησί και συμβάλλοντας έτσι στην καλύτερη άμυνα του Κάστρου. Σήμερα η τάφρος έχει αποστραγγισθεί και επιχωματωθεί. Το Κάστρο είχε τρεις εισόδους, την κύρια είσοδο-πύλη, την ονομαζόμενη «Πόρτα Μαγγιόρε» (Porta Maggiore), τη Δυτική Πύλη («Επάνω Πορτέλλο») και τη Θαλασσινή Πύλη (Porta di Marina), η οποία σήμερα δεν σώζεται.
Στο εσωτερικό του Κάστρου, εκτός από μνημεία διαφορετικών εποχών, σώζεται ένας ολοζώντανος οικισμός με αδιάσπαστη συνέχεια μέσα στους αιώνες, που σήμερα αριθμεί 650 περίπου κατοίκους.
Aνασκαφές που πραγματοποιήθηκαν στο Κάστρο της Χίου έφεραν στο φως αποδείξεις ότι η περιοχή κατοικείτο από την αρχαιότητα. Εκτός από τις ανασκαφές, στην ύπαρξη ανεπτυγμένης κοινωνίας στην περιοχή του Φρουρίου συντείνουν και τα οικοδομικά υλικά τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την ανοικοδόμησή του. Ειδικότερα, μπορεί κάποιος μέχρι και σήμερα να παρατηρήσει στα τείχη του Κάστρου, αλλά κυρίως στον ανεξάρτητο πύργο Κουλά, αρχαίο οικοδομικό υλικό όπως κιονόκρανα, στήλες και επιγραφές. Ωστόσο, ή ύπαρξη αυτού του υλικού δεν μπορεί από μόνη της να θεωρηθεί ικανή συνθήκη για να αποδείξει την ύπαρξη αρχαίου οικισμού στην περιοχή, αφού το υλικό αυτό θα μπορούσε να είχε μεταφερθεί από αλλού. Παρόλα αυτά, ο ιστορικός Γεώργιος Ζολώτας, αναφέρει ότι κάτω από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου βρέθηκε τμήμα αρχαίου τείχους, ενώ ο αρχαιολόγος Αντώνης Στεφάνου παρατήρησε ότι στον βόρειο προμαχώνα, Αντόνιο Ζένο, σώζεται ερείπιο αρχαίου τείχους.
Με την είσοδο, λοιπόν, στο Κάστρο από την κύρια Πύλη Μαγγιόρε, ένας φιδωτός διάδρομος σε οδηγεί στο αναστηλωμένο 'Παλάτακι Ιουστινιάνι', το διοικητήριο επί εποχής Γενουατοκρατίας και στο κτήριο της 'Σκοτεινής Φυλακής', όπου το 1822, έπειτα από την έγερση των Χίων για αποτίναξη του τουρκικού ζυγού και συμμετοχή στην ευρύτερη Ελληνική Επανάσταση, φυλακίστηκαν εβδομήντα Πρόκριτοι πριν οδηγηθούν στην αγχόνη.
Ο στενός δρόμος σε οδηγεί με ακρίβεια στην κεντρική πλατεία του Κάστρου, όπου εκτός από το αναπαλαιωμένο πρώην Ξενοδοχείο Απόλλων, υπάρχει το παλαιό νεκροταφείο επιφανών Οθωμανών, μεταξύ των οποίων και ο τάφος του πασά Καρά Αλή, του οποίου τη ναυαρχίδα ανατίναξε ο Ψαριανός Κ. Κανάρης το 1822.
Ο κύριος οδικός άξονας του οικισμού, η οδός Αγίου Γεωργίου, σε καθοδηγεί μέσα στην μικρή και ζεστή πόλη του Κάστρου, η οποία ξανακτίστηκε μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1881 μ.Χ με βάση την τοπική παραδοσιακή αρχιτεκτονική. Χαρακτηριστικά της αποτελούν τα στενομέτωπα διώροφα σπίτια με τους κιοσέδες, τις μικρές αυλές και τα στενά δρομάκια.
Μέσα στο Κάστρο σήμερα υπάρχουν τρεις εκκλησίες, ο Άγιος Γεώργιος, ο Άγιος Νικόλαος και ο Άγιος Γεώργιος Κεχρί (ιδιωτικό εκκλησάκι). Στην τοποθεσία της κύριας εκκλησίας του Κάστρου, του Αγίου Γεωργίου, ανασκαφές έδειξαν ότι προϋπήρχε εκκλησία από τους Βυζαντινούς χρόνους, η οποία μετατράπηκε σε καθολική εκκλησία και αργότερα επί Οθωμανών σε τζαμί. Η σημερινή εκκλησία είναι κτίσμα μετά το σεισμό του 1881 μ.Χ.
Στο εσωτερικό της αυλής της εκκλησίας, δεσπόζει ένας τεράστιος πλάτανος και μία σαρκοφάγος, πιθανόν Γενουατικής κατασκευής, όπου αργότερα οι Οθωμανοί διακόσμησαν και μετέτρεψαν σε κρήνη για  να πλένουν τα πόδια τους πριν εισέλθουν στο τότε τζαμί, το λεγόμενο Εσκέ Τζαμί. Επιπλέον, δίπλα από την εκκλησία βρίσκεται και το οθωμανικό ιεροδιδασκαλείο, ο γνωστός Μεντρεσές. Σε κοντινή απόσταση από τον Άγιο Γεώργιο βρίσκεται και το Μπαϊρακλί τζαμί, το μόνο σωζόμενο τζαμί εντός των τειχών.
Η ύδρευση του οικισμού γινόταν μέσα από θολωτή δεξαμενή που τροφοδοτούσε με νερό την επονομαζόμενη Κρύα Βρύση, Βυζαντινής κατασκευής. Τα δύο αυτά κτίσματα διασώζονται και βρίσκονται πολύ κοντά στο επιθαλάσσιο τείχος. Εξάλλου, κοντά στο τείχος αυτό υπάρχει ένα μακρόστενο κτίριο με θολωτή κάλυψη, το γνωστό Καρνάγιο ή Πυριτιδαποθήκη, Γενουατικής μάλλον κατασκευής και άγνωστης χρήσης. Από την Οθωμανική εποχή προέρχονται και τα δύο σωζόμενα λουτρά του Κάστρου (χαμάμ), ένα μικρότερο που σήμερα είναι ιδιωτικό και ένα πολύ μεγαλύτερο, προφανώς το σημαντικότερο στο Κάστρο.
Τέλος, ένα από τα πιο ιδιαίτερα και σημαντικά μνημεία του εσωτερικού του Κάστρου αποτελεί και ο πεταλόσχημος πύργος, ο Κουλάς, αγνώστου εποχής και χρησιμότητας, κατασκευασμένος από αρχαίο οικοδομικό υλικό. Η επικρατέστερη εκδοχή τον θέλει ως την κεντρική από μια σειρά βιγλών του νησιού, τις οποίες συναντά κανείς κατά μήκος της ακτογραμμής του και οι οποίες συντελούσαν στην άμυνα και την προστασία του νησιού από ανεπιθύμητους επισκέπτες.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου