Παρασκευή 5 Ιουλίου 2013

Πολιορκία Μονεμβασιάς (Επέτειος)

Η Μονεμβάσια, ή Μονεμβασία, ή Μονεμβασιά, ή Μονοβάσια, γνωστή στους Φράγκους ως Μαλβασία, είναι μια μικρή ιστορική πόλη της ανατολικής Πελοποννήσου, της επαρχίας Επιδαύρου Λιμηράς, στο Νομό Λακωνίας. Είναι περισσότερο γνωστή από το μεσαιωνικό φρούριο, επί του ομώνυμου "Βράχου της Μονεμβασιάς", που αποτελεί στην κυριολεξία μικρή νησίδα που συνδέεται με γέφυρα σε σχηματιζόμενο λαιμό συνολικού μήκους 400 μέτρων με τη σημερινή παράλια κατ΄ έναντι πόλη επί της λακωνικής ακτής. Στα διασωθέντα κτήρια και τις δομές στο κάστρο περιλαμβάνονται αμυντικές κατασκευές του εξωτερικού κάστρου και αρκετές μικρές βυζαντινές εκκλησίες.
Το όνομά της είναι σύνθετη λέξη, που προέρχεται από τις δύο ελληνικές λέξεις Μόνη και Έμβασις. Πολλές από τις οδούς είναι στενές και κατάλληλες μόνο για τους πεζούς. Ο κόλπος της Παλαιάς Μονεμβασιάς βρίσκεται στο Βορρά. Το παρωνύμιο της Μονεμβασιάς είναι «Γιβραλτάρ της ανατολής», επειδή τυγχάνει να είναι σε σμίκρυνση πανομοιότυπη με τον βράχο του Γιβραλτάρ.
Ο ποιητής Γιάννης Ρίτσος καταγόταν από τη Μονεμβασιά, όπου και βρίσκεται σήμερα ο τάφος του.
Η καίρια θέση της Μονεμβασιάς στο θαλάσσιο δρόμο προς την ανατολική Μεσόγειο υπήρξε στόχος πειρατικών επιδρομών στους επόμενους αιώνες, καθώς και επιδρομών ηγεμόνων της Δύσης: το 1147 πλοία του βασιλιά της Σικελίας Ρογήρου Β' προσπάθησαν να την καταλάβουν χωρίς επιτυχία και αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν με σοβαρές απώλειες. Μετά από έναν αιώνα, το 1248, ύστερα από πολιορκία τριών χρόνων, ο γιος του Γοδεφρείδου Βιλλεαρδουίνου Γουλιέλμος Β', πρίγκιπας της Αχαΐας, κατέλαβε τη Μονεμβασία, που η απώλεια της υπήρξε σοβαρό πλήγμα για τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Μιχαήλ Η' Παλαιολόγο, καθώς ανέτρεπε τα σχέδιά του για την ανάκτηση των εδαφών που είχαν περιέλθει στους Φράγκους. Όταν ο Γουλιέλμος αιχμαλωτίστηκε από τους Βυζαντινούς στη μάχη της Πελαγονίας το 1259 και αρνήθηκε να παραχωρήσει τις κτήσεις του στην Πελοπόννησο με αντάλλαγμα την απελευθέρωσή του, ο Μιχαήλ τον κράτησε αιχμάλωτο μέχρι το 1262, οπότε δέχθηκε να παραδώσει στους Βυζαντινούς τα κάστρα της Μονεμβασιάς και του Γερακίου. Ο Μιχαήλ τον τίμησε με τον τίτλο του μεγάλου δομεστίκου, σύμβολο υποτέλειας στην αυτοκρατορία και η Μονεμβασία ορίστηκε έδρα Βυζαντινού στρατηγού και έδρα Ορθόδοξου μητροπολίτη, ενώ παράλληλα παραχωρήθηκαν στους κατοίκους σημαντικά προνόμια, που ανανεώθηκαν και διευρύνθηκαν από τον Ανδρόνικο Β' Παλαιολόγο (1282-1328). Η ακμή της πόλης υπήρξε ραγδαία: εκτός από την αύξηση του πληθυσμού, που κύρια επίδοσή του ήταν το εμπόριο και η ναυτιλία, δημιουργήθηκαν προϋποθέσεις για την πνευματική και εκκλησιαστική ανάπτυξη, σε βαθμό που η ως το 1460 περίοδος να θεωρείται «χρυσή εποχή» της πόλης. Την ειρηνική ζωή της Μονεμβασίας κατά τον 14ο και το α' μισό του 15ου αιώνα τάραξαν πειρατικές επιδρομές και εσωτερικές συγκρούσεις, που δεν επηρέασαν εν τούτοις την ιστορική της πορεία στα πλαίσια του δεσποτάτου του Μορέως.
Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους και η κατάλυση του δεσποτάτου υπήρξαν αφετηρία για την προϊούσα παρακμή της πόλης, παρά τις ελάχιστες περιόδους ανάκαμψης. Ήδη από το 1395 τουρκική φρουρά αναφέρεται στη Μονεμβασία, σε μια προσωρινή κατάληψή της και το 1460 ο Μωάμεθ Β' έφθασε στην Κόρινθο, προχώρησε προς τη Λακωνία, κατέλαβε τα φρούρια της Αχαΐας και της Ηλείας και τον Ιούλιο του 1461 παραδόθηκε το Σαλμενίκο, τελευταίο κάστρο του ελληνικού δεσποτάτου. Έτσι, εκτός από τις βενετικές κτήσεις της Πελοποννήσου και τη Μονεμβασία, που είχε παραχωρηθεί με σύμφωνη γνώμη του Θωμά Παλαιολόγου στον πάπα Πίο Β', η τουρκική κατάκτηση της νευραλγικής αυτής για το Βυζάντιο περιοχής είχε ολοκληρωθεί. Στα τέλη του 1463 η Μονεμβασία περιήλθε στους Βενετούς, στους οποίους παρέμεινε ως το 1540, όταν με τη Βενετοτουρκική συνθήκη ειρήνης της 2ας Οκτωβρίου παραδόθηκε στους Τούρκους. Οι περισσότεροι κάτοικοί της τότε την εγκατέλειψαν και κατέφυγαν στα βενετοκρατούμενα νησιά, κυρίως στην Κέρκυρα και στην Κρήτη.
Η ανάκτηση της Πελοποννήσου από τους Βενετούς (1685-1715) είχε ως αποτέλεσμα και την επανεγκατάσταοη κατοίκων στη Μονεμβασία, που ορίστηκε πρωτεύουσα του διαμερίσματος της Λακωνίας. Ο πληθυσμός της, όμως, που το 1700 είχε φθάσει στους 8.000 περίπου, μειώθηκε πάλι θεαματικά κατά τη δεύτερη τουρκοκρατία (1715-1821) και το λιμάνι της δεν παρουσίαζε πια καμιά σχεδόν κίνηση.
Κατά τα Ορλωφικά (1770) ο μητροπολίτης Μονεμβασίας Άνθιμος ο Λέσβιος όπλισε σώμα Μονεμβασιωτών και απέκλεισε τους Τούρκους στο φρούριο, όταν όμως οι πολιορκητές δέχθηκαν την επίθεση των Αλβανών διασκορπίστηκαν και πολλοί αιχμαλωτίστηκαν ή φονεύθηκαν.
Η Πολιορκία της Μονεμβασίας ήταν πολεμική εμπλοκή της επανάστασης του 21 με σκοπό την απελευθέρωση της Μονεμβασίας, λίγο πριν την έκρηξη της επαναστάσεως. Διήρκεσε από 15 Μαρτίου ως 23 Ιουλίου 1821. Κατά τον Φ. Χρυσανθόπουλο (Φωτάκο) η πολιορκία άρχισε μετά την 25 Μαρτίου
Το φρούριο της Μονεμβασίας το κατοικούσαν 1500 - 1600 Οθωμανοί. Οι χριστιανοί κάτοικοι της επαρχίας ήταν περίπου 10.000. Αφού ο επίσκοπος Έλους ευλόγησε τις σημαίες των οπλαρχηγών, άρχισε η πολιορκία διά ξηράς με επικεφαλής τους Γεώργιο Μιχαλάκη Λεωνιδιώτη με 250 Τσάκωνες, τον Νικ. Ντρίβα με τους Μονεμβασίτες, τους Καλογεραίους και Δεσποταίους με ντόπιους αγωνιστές, τους Μανιάτες με αρχηγούς τους Τζανετάκη, τον Δ. Τσιγκουράκο, τους Πετροπουλακαίους και άλλους. ΟιΤούρκοι διέλυσαν την γέφυρα και κλείστηκαν απομονωμένοι στο φρούριο, από όπου κανονιοβολούσαν τους Έλληνεςπολιορκητές. Οι πιο τολμηροί από αυτούς περί τους 150, βγήκαν από το φρούριο και πήγαν στην παλιά Μονεμβασία για να προτρέψουν και άλλους να αποδράσουν, και να επιτεθούν από δύο μέτωπα κατά των πολιορκητών, οι μεν από μπροστά, οι άλλοι από τα όπισθεν. Το σχέδιο όμως ατύχησε, αφού οι Έλληνες συνέλαβαν τους δραπέτες και τους περισσότερους τους θανάτωσαν. Οι ισχυρότεροι μέσα στο φρούριο μάζεψαν τις τροφές, ανέβηκαν στην ακρόπολη και κλείστηκαν εκεί. Οι πολιορκημένοι, αν και υπέφεραν από έλλειψη τροφών και νερού, δεν παραδίδονταν. Στα μέσα Ιουνίου έφτασε στην Πελοπόννησοο Δημήτριος Υψηλάντης. Οι Οθωμανοί έστειλαν άνθρωπο και ζήτησαν να συνθηκολογήσουν για την παράδοση του φρουρίου. Απεσταλμένος του Υψηλάντη έγινε ο Αλέξανδρος Κατακουζηνός, ο οποίος πέτυχε συμβιβασμό με τους Οθωμανούς του κάτω φρουρίου και τους ανάγκασε να συνεννοηθούν με την ακρόπολη. Έτσι το φρούριο και όλα τα όπλα παραδόθηκαν, ενώ οι πολιορκημένοι εγκατέλειψαν στερημένοι και της κινητής τους περιουσίας, επιβιβάστηκαν σε πλοία και πήγαν στο Κουσάντασιτης Μικράς Ασίας. Ο Καντακουζηνός διέταξε τους Τσάκωνες να φυλάσσουν το φρούριο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου