Τετάρτη 5 Φεβρουαρίου 2014

Σαράντης Αρχιγένης (Έπέτειος γέννησης)


Ο Σαράντης Αρχιγένης, Έλληνας Καθηγητής της Ιατρικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως και Εθνικός Ευεργέτης, υπήρξε μια από τις εξέχουσες προσωπικότητες του Eλληνισμού της Κωνσταντινούπολης κατά την πρώιμη περίοδο της Επανάστασης του 1821. Γεννήθηκε στους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης στις 5 Φεβρουαρίου 1809 και πέθανε στην Κωνσταντινούπολη στις 10 Σεπτεμβρίου 1873.
Γεννήθηκε στους Επιβάτες της Προποντίδας στις 5 Φεβρουαρίου 1809. Τα επεισόδια που ξέσπασαν στην Κωνσταντινούπολη κατά την Ελληνική Επανάσταση του 1821 τον άφησαν ορφανό από πατέρα, ο οποίος δολοφονήθηκε εντός του καταστήματος του από Τούρκους στρατιωτικούς. Εγκαταλείποντας τα όνειρα για σπουδές αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές, προκειμένου να βοηθήσει τα πενιχρά οικονομικά της οικογενείας του.
Ύστερα από λίγους μήνες, από τυχαίο γεγονός, η φιλομάθεια του μικρού Σαράντη προσέλκυσε την προσοχή του καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής Νικολάου Λογάδη, με την υποστήριξη του οποίου κατάφερε να σπουδάσει και να αποφοιτήσει από αυτή. Ο θαυμασμός του Λογάδη προς την επιμέλεια και την φιλομάθεια του μικρού Σαράντη ήταν τέτοιος, ώστε λέγεται ότι τον μετονόμασε σε "Αρχιγένη" λέγοντάς του "Σὺ, ὦ παί, θα γίνης ἡ Ἀρχή τοῦ Γένους".
Δίδαξε για δύο χρόνια στην Αδριανούπολη και κατόπιν διετέλεσε σχολάρχης της Ελληνικής Σχολής Φιλιππουπόλεως. Μετά την λήξη της θητείας του, αποφάσισε να εγκαταλείψει την διδασκαλία και να σπουδάσει ιατρική στο Παρίσι, αποσπώντας αυτοκρατορική υποτροφία.
Το 1843 αποφοίτησε από την Ιατρική Σχολή των Παρισίων και αναγορεύτηκε διδάκτορας της Σχολής αυτής, έχοντας αποσπάσει τους επαίνους των καθηγητών του. Κατά την παραμονή του στο Παρίσι έγραψε πρακτικά ιατρικά εγχειρίδια, τα οποία αποδείχθηκαν εξαιρετικά χρήσιμα την εποχή εκείνη, ενώ εφηύρε και το ψαλίδι της αμυγδαλεκτομής.
Την ίδια χρονιά επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη μαζί με τον φίλο και προστάτη του, Πρέσβη της Υψηλής Πύλης στο Παρίσι Μουσταφά Ρεσίτ πασά, τον οποίο είχε σώσει από βέβαιο θάνατο. Ο Ρεσίτ πασάς παρουσίασε τον Αρχιγένη στον σουλτάνο με τα καλύτερα λόγια, αν και η φήμη του είχε προηγηθεί πριν από αυτόν. Τιμήθηκε με τον τίτλο του Πασά και διορίστηκε καθηγητής της Έδρας της Παθολογίας και της Χειρουργικής της αυτοκρατορικής Ιατρικής Σχολής της Κωνσταντινουπόλεως, και Ιατρός των Ανακτόρων.
Τιμήθηκε με πλήθος παρασήμων, μεταξύ των οποίων και ο Ανώτερος Ταξιάρχης του τάγματος του Σωτήρος, που έλαβε το 1864 από τον Βασιλιά της Ελλάδος Γεώργιο Α΄, για το γενναίο ποσό με το οποίο ενίσχυσε την κατασκευή της Ακαδημίας Αθηνών, την δωρεά βιβλίων στην βιβλιοθήκη της πόλης και εν γένει για την προσφορά του στην εκπαίδευση του Ελληνισμού της Διασποράς.
Το 1857 ίδρυσε στην ιδιαίτερη πατρίδα του Επιβάτες πρότυπο Διδασκαλείο θηλέων το Αρχιγένειον Παρθεναγωγείον, το οποίο περιελάμβανε Νηπιαγωγείο, Αστική Σχολή και Διδασκαλείο. Το Παρθεναγωγείο αυτό δεχόταν μόνο ορφανές και άπορες κορασίδες, οι οποίες μορφώνονταν αμισθί, και κατά την αποφοίτησή τους προικοδοτούνταν με το ποσό των 5.000 γροσίων. Με την φροντίδα και την ηθική υποστήριξη και της συζύγου του Ελένης, το γένος Φενερλή το Παρθεναγωγείο σε λίγα χρόνια έγινε ένα τεράστιο εκπαιδευτικό συγκρότημα έκτασης πέντε στρεμμάτων, κατά τα πρότυπα των Ανωτάτων Εκπαιδευτηρίων της Ευρώπης.
Εντός του προαυλείου χώρου των Εκπαιδευτηρίων έκτισε το 1863 σταυροπηγιακό περικαλλή μαρμάρινο ναό, ο οποίος τιμώνταν στην μνήμη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων για τον εκκλησιασμό των φοιτητριών, ο οποίος εγκαινιάστηκε από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Κύριλλο Β΄.
Ο Αρχιγένης πέθανε πρόωρα στις 10 Σεπτεμβρίου του 1873 στην Κωνσταντινούπολη, και ετάφη κατά επιθυμία του στο προαύλειο των Αρχιγενείων. Με διαθήκη, κληροδότησε στα Αρχιγένεια Εκπαιδευτήρια όλη την περιουσία του, η οποία τότε ανερχόταν στο ποσό των 33.000 χρυσών λιρών Τουρκίας, ώστε να μην χρειαστεί ποτέ να ζητηθούν δίδακτρα από τις μαθήτριες.
Εκτός από τα Αρχιγένεια Εκπαιδευτήρια, τα οποία υπήρξαν το έργο που απορρόφησαν το μεγαλύτερο τμήμα της περιουσίας του, ο Αρχιγένης έκανε γενναίες δωρεές στην Ακαδημία Αθηνών, στη Σχολή Ιωαννίνων, και σε άπειρα σχολεία τα οποία ίδρυσε σε διάφορα χωριά τα οποία στερούνταν εκπαίδευσης, στην Ανατολική Θράκη και στην Ελλάδα.
Διετέλεσε πρώτος Πρόεδρος του Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως και πρωτοστάτησε από την θέση που κατείχε, στην συλλογή πόρων για την ίδρυση σχολείων όπου κρινόταν αναγκαίο.
Ο Αρχιγένης δεν διακρίθηκε μόνο ως έμπειρος ιατρός αλλά και ως δεινός συγγραφέας ιατρικών εγχειριδίων, τα οποία αποδείχθηκαν εξαιρετικά χρήσιμα για πάνω από 80 χρόνια μετά την συγγραφή τους.
Κατά την διάρκεια των φοιτητικών του ετών στο Παρίσι ασχολήθηκε με την συγγραφή των παρακάτω τίτλων:
  • Hygionomie ou regles pour se conserver en bonne sante a l'usage des habitants de l'Empire Ottoman / Archigenes Sarantis / Paris : L'Ambassade Ottomane, 1841
  • Υγιονομία ήτοι Κανόνες προς διατήρησιν της υγίας / υπό του ιατρού Αρχιγένους Σαράντη του εξ Επιβατών της Θράκης. Εν Παρισίοις : Παρα τω συγγραφεί, εν τη Πρεσβεία της Υψηλής Πόρτας 1841.
Το βιβλίο αυτό, το οποίο ήταν ένα από τα δημοφιλέστερα αναγνώσματα, μεταφράστηκε και στην βουλγαρική, από τον Βούλγαρο δάσκαλο Sava Iliev Dobroplodni, και γνώρισε τρεις εκδόσεις:
α) Από το Τυπογραφείο του Οικουμενικού Πατριαρχείου (1846): Igionomia, sirech pravila za da znaem kak da si vardim zdravieto. Sochinemo na grecheski i frenski ot celitelya S. A. Sarantieva, a prevedeno na balgarskiya ezik ot S. H. Ilievicha Dobroplodnago, Izdanie pervo, Patriarsheska tipografiya, Tsarigrad, 1846.
β) Στo Zemun της Σερβίας (1853): Zdravoslovie, sirech pravila za da znaem kak da si vardim zdravieto. Sochinemo na grecheski i frenski ot celitelya S. A. Sarantieva, a prevedeno na balgarskiya ezik ot S. Dobroplodnago, Izdanie vtoro, Knigopechatnica K. I. Sopronov, Zemun, 1853.
γ) Στο Βελιγράδι της Σερβίας (1865): Kratko zdravoslovie ili uroci, za da si vardim zdravieto, sbrani i naredeni ot S. Dobroplodnago, Uchilishtna knigopechatnica, Bolgrad, 1865.
  • Στοιχεία παθολογίας ιατρικής υπό του ιατρού Αρχιγένους Σαράντη του εξ Επιβατών της Θράκης. Εν Παρισίοις : Παρα τω συγγραφεί, εν τη Πρεσβεία της Υψηλής Πόρτας , 1843 (εκδόθηκε μόνο στα ελληνικά)
  • Dissertation sur la gymnastique: a l' usage de la jeunesse de l'empire Ottoman/ par S. Archigenes / Paris : [Firmin Didot], 1843 (εκδόθηκε μόνο στα γαλλικά)
Ο Αρχιγένης κατά την παραμονή του στο Παρίσι ασχολήθηκε, εκτός από τις ιατρικές σπουδές του, και με την μελέτη της Πολιτικής Οικονομίας, μίας επιστήμης που έκανε τότε τα πρώτα της βήματα. Παρακολουθώντας τις διαλέξεις του Pellegrino Rossi, ιταλού οικονομολόγου, πολιτικού και νομικού, κατόρθωσε να γράψει μία μελέτη αναφορικά με τις μεταρρυθμίσεις που θα έπρεπε να γίνουν για τον εκσυγχρονισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η μελέτη αυτή παρουσιάστηκε στον Σουλτάνο Αβδούλ-Μεσίντ Α΄, ο οποίος εντυπωσιασμένος την έλαβε σοβαρά υπόψη κατά τις μεταρρυθμίσεις (η σημαντικότερη υπήρξε η υπογραφή του Χάτ-ι Χουμαγιούν το 1856) που καθόρισαν την σύγχρονη ιστορία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η σημαντικότερη μεταρρύθμιση που προώθησε ο Σουλτάνος επηρρεασμένος από την "Πολιτική Οικονομία" του Αρχιγένη ήταν η αναγνώριση δικαιωμάτων στις μειονότητες (Έλληνες, Αρμενίους κλπ) στην εκπαίδευση, κατάληψη δημοσίων θέσεων, και στο στρατό, ίσων με αυτά των Τούρκων υπηκόων. Το βιβλίο ωστόσο, αν και μεταφράστηκε στην τουρκική γλώσσα δεν εκδόθηκε ποτέ. Τυπώθηκε σε ελάχιστα αντίτυπα τα οποία είχαν μοιραστεί στους αξιωματούχους της Υψηλής Πύλης, προκειμένου να μελετήσουν τις προτάσεις του Αρχιγένη, και εκ των οποίων σήμερα είναι γνωστά δύο αντίτυπα.
Ο Σαράντης Αρχιγένης αναγνωρίστηκε από τους συγχρόνους του ως ένας από τους σπουδαιότερους Εθνικούς Ευεργέτες του Γένους. Η προσφορά του δεν εστιάστηκε μόνο στην αστείρευτη φιλανθρωπία και το πλούσιο συγγραφικό του έργο, αλλά και στο ακατάπαυστο ενδιαφέρον του για το κτίσιμο νέων σχολείων όπου υπήρχε Ελληνική Κοινότητα.
Το σπουδαιότερο δημιούργημά του υπήρξαν τα Αρχιγένεια Εκπαιδευτήρια, απ' όπου έβγαιναν δασκάλες με την υποχρέωση να μεταβούν στην πατρίδα τους και να ιδρύσουν σχολείο, τα έξοδα της ανέγερσης πολλές φορές αναλάμβανε ο ίδιος, όταν η τοπική Κοινότητα δεν ήταν σε θέση να ανταπεξέλθει σε τέτοιο εγχείρημα.
Μεγάλος είναι ο κατάλογος των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που ιδρύθηκαν κατόπιν πρωτοβουλίας του ("Αρχιγένειος" Αστική Σχολή Οικονομείου, 1868), με τη συμμετοχή του (Ακαδημία Αθηνών) ή πάλι ενισχύθηκαν οικονομικά από αυτόν ("Γαϊτανάκειος" Αστική Σχολή Μαδύτου).

Τρίτη 4 Φεβρουαρίου 2014

Γιάννης Ξενάκης (1922-2001)


Ο Ιάννης Ξενάκης (29 Μαΐου 19224 Φεβρουαρίου 2001) ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες συνθέτες και αρχιτέκτονες του 20ού αιώνα, διεθνώς γνωστός ως «Iannis Xenakis». Οι πρωτοποριακές συνθετικές μέθοδοι που ανέπτυξε συσχέτιζαν τη μουσική και την αρχιτεκτονική με τα μαθηματικά και τη φυσική, μέσω της χρήσης μοντέλων από τη θεωρία των συνόλων, τη θεωρία των πιθανοτήτων, τη θερμοδυναμική, τη Χρυσή Τομή, την ακολουθία Φιμπονάτσι κ.ά. Παράλληλα, οι φιλοσοφικές του ιδέες για τη μουσική έθεσαν καίρια το αίτημα για ενότητα φιλοσοφίας, επιστήμης και τέχνης, συμβάλλοντας στο γενικότερο προβληματισμό για την κρίση της σύγχρονης ευρωπαϊκής μουσικής των δεκαετιών του 1950 και 1960.
Γεννήθηκε στη Βραΐλα της Ρουμανίας. Ήταν ο πρωτότοκος γιος του Κλεάρχου Ξενάκη, εμπόρου με καταγωγή από την Εύβοια, και της Φωτεινής Παύλου, η οποία καταγόταν από τη Λήμνο. Η μητέρα του πέθανε από ιλαρά όταν ο Ξενάκης ήταν πέντε ετών, αλλά πρόλαβε να του εμφυσήσει την αγάπη της για τη μουσική (η ίδια έπαιζε ερασιτεχνικά πιάνο). Πέντε χρόνια αργότερα (1932) ο πατέρας του τον έστειλε μαζί με τα αδέλφια του Ιάσονα (φιλόσοφο και καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Λουιζιάνας, ΗΠΑ) και Κοσμά (ζωγράφο/γλύπτη) στην Αναργύρειο και Κοργιαλένειο Σχολή Σπετσών. Εκεί πήρε και τα πρώτα του μαθήματα μουσικής (Αρμονίας και πιάνου).
Το 1938 μετακόμισε στην Αθήνα, προκειμένου να προετοιμαστεί για τις εισαγωγικές εξετάσεις στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Παράλληλα έπαιρνε μαθήματα αρμονίας και αντίστιξης με τον Αριστοτέλη Κουντούρωφ, μαθητή του Αλεξάντερ Σκριάμπιν, κάνοντας και τις πρώτες συνθετικές του απόπειρες. Τότε άρχισε επίσης να μελετά τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους, κυρίως τον Πλάτωνα. Αξιοσημείωτο είναι επίσης το γεγονός ότι από αυτή την ηλικία ενδιαφερόταν για τη σχέση των μαθηματικών και της μουσικής, προσπαθώντας να βρει πώς θα μπορούσαν να εφαρμοστούν μαθηματικά μοντέλα στην Τέχνη της Φούγκας του Γ. Σ. Μπαχ, έτσι ώστε οι μουσικές δομές να παρασταθούν με γραφήματα ως οπτικές αντιστοιχίες της μουσικής.
Το 1940 πέτυχε την εισαγωγή του στο Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών του Ε.Μ.Π., παρόλο που δεν ήθελε να γίνει πολιτικός μηχανικός ή αρχιτέκτονας, όπως έχει δηλώσει ο ίδιος. Κατάφερε όμως με αυτή του την επιλογή να συνδυάσει σε κάποιο βαθμό τα δικά του ενδιαφέροντά (Μουσική, Μαθηματικά, Φυσική) με τις επιθυμίες του πατέρα του, ο οποίος ήθελε να τον στείλει στην Αγγλία να σπουδάσει Ναυπηγική. Την ίδια χρονιά εντάχθηκε στο – παράνομο τότε – K.K.E., ενώ αργότερα (1943) έγινε γραμματέας της ΕΠΟΝ Πολυτεχνείου και καθοδηγητής της ομάδας «Λόρδος Βύρων». Κατά τη συμμετοχή του στα Δεκεμβριανά τραυματίστηκε σοβαρά από θραύσμα αγγλικής οβίδας, με αποτέλεσμα να χάσει το αριστερό του μάτι και να παραμορφωθεί η αριστερή πλευρά του προσώπου του.
Λόγω της αντιστασιακής του δράσης και των γενικότερων συνθηκών της εποχής, οι σπουδές του γίνονταν μετ’ εμποδίων μέχρι και το 1947, οπότε και υποστήριξε επιτυχώς την διπλωματική του εργασία με θέμα το ενισχυμένο σκυρόδεμα. Λίγο αργότερα παρουσιάστηκε στο στρατόπεδο του Χαϊδαρίου, περιμένοντας να απαλλαχθεί από τη στρατιωτική θητεία ή να υπηρετήσει ως βοηθητικός λόγω του τραυματισμού του, αλλά κάτι τέτοιο δε συνέβη. Φοβούμενος την εξορία στη Μακρόνησο, δραπέτευσε με πλαστό διαβατήριο στην Ιταλία, οπότε και καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο για λιποταξία. Από την Ιταλία, με την βοήθεια Ιταλών κομμουνιστών πέρασε στη Γαλλία και έφτασε τελικά στο Παρίσι.
Στο Παρίσι, με τη μεσολάβηση του Γιώργου Κανδύλη, ο Ξενάκης προσλήφθηκε από τον γνωστό αρχιτέκτονα Λε Κορμπυζιέ, για τον οποίον εργάστηκε μέχρι και το 1959. Παράλληλα αναζητούσε δασκάλους για να συνεχίσει τα μαθήματα σύνθεσης. Οι πρώτοι στους οποίους απευθύνθηκε ήταν οι Αρτύρ Ονεγκέρ και Νταριούς Μιγιώ, μέλη της «ομάδας των Έξι». Ο Ξενάκης όμως δεν ήταν διατεθειμένος να διδαχθεί τους ακαδημαϊκούς κανόνες της αρμονίας και της αντίστιξης. Σύντομα συγκρούστηκε με τον Ονεγκέρ, ο οποίος δεν αποδεχόταν τις ιδέες του. Η Νάντια Μπουλανζέ, στην οποία απευθύνθηκε επίσης ο Ξενάκης, είδε μερικά έργα του και του εξέφρασε την αδυναμία της να αναθεωρήσει τις απόψεις της στην ηλικία της ή να «ξεκινήσει για χάρη του από την αρχή».
Τη λύση στις μουσικές του αναζητήσεις την έδωσε τελικά ο Ολιβιέ Μεσιάν, ο οποίος ήταν ο πρώτος που κατάλαβε τις μουσικές ιδιαιτερότητες του Ξενάκη, λέγοντάς του ότι δεν χρειάζεται να μελετήσει αρμονία και αντίστιξη. Ο ίδιος ο Μεσιάν θυμάται μάλιστα ότι τον συμβούλεψε: «Είσαι σχεδόν 30 χρονών, έχεις την τύχη να είσαι Έλληνας, αρχιτέκτονας και με γνώσεις εφαρμοσμένων μαθηματικών. Εκμεταλλεύσου τα αυτά. Κάν’τα στη μουσική σου». Τα μόνα μαθήματα που του πρότεινε να παρακολουθήσει μαζί του ήταν μουσικής αισθητικής και ανάλυσης, στο Κονσερβατουάρ του Παρισιού. Πράγματι, ο Ξενάκης άρχισε να παρακολουθεί το 1952 μαθήματα με τον Μεσιάν, ενώ στον λιγοστό ελεύθερό του χρόνο συνέθετε. Εκείνη την περίοδο γνώρισε και τη Φρανσουάζ – τη γνωστή σήμερα μυθιστοριογράφο Φρανσουάζ Ξενάκη – την οποία παντρεύτηκε το 1953 και με την οποία απέκτησε μία κόρη, τη Μάχη.
Από το 1960, ο Ξενάκης αφιερώνεται ολοκληρωτικά στη σύνθεση, έχοντας ολοκληρώσει μια σειρά πρωτοποριακών αρχιτεκτονικών κατασκευών που του είχε αναθέσει ο Λε Κορμπυζιέ, με σημαντικότερο το Περίπτερο της Philips για την διεθνή έκθεση των Βρυξελλών του 1958, μία από τις πρώτες πολυμεσικές εγκαταστάσεις στον κόσμο. Είχε προηγηθεί η παρουσίαση του έργου του Μεταστάσεις (1955), το οποίο προκάλεσε αίσθηση, σηματοδοτώντας την αρχή της «στοχαστικής μουσικής». Παράλληλα, ο Ξενάκης δημοσίευε τα πρώτα κείμενά του σε διάφορα περιοδικά, εκφράζοντας τη φιλοσοφία του για τη μουσική, δημιουργώντας νέους όρους και μουσικές κατηγορίες, ενώ άσκησε έντονη κριτική στη σειραϊκή μουσική με το κείμενό του «Η κρίση της σειραϊκής μουσικής», μετατρέποντας με αυτόν τον τρόπο σε εχθρούς του τους Πιερ Μπουλέζ και Καρλχάιντς Στοκχάουζεν, δεσπόζουσες προσωπικότητες της πρωτοποριακής ευρωπαϊκής μουσικής σε Γαλλία και Γερμανία αντίστοιχα, οι οποίοι τον αποκάλεσαν «ηλίθιο».
Παρ’ όλες τις δυσκολίες όμως που αντιμετώπιζε ο Ξενάκης από τους επίσημους κύκλους της πρωτοποριακής ευρωπαϊκής μουσικής, η φήμη του άρχισε να εξαπλώνεται ραγδαία σε όλο τον κόσμο από το 1960 και έπειτα. Από τη δεκαετία του 1970 και μέχρι το θάνατό του έμεινε στο προσκήνιο της σύγχρονης ευρωπαϊκής μουσικής, εργαζόμενος πάντα στο πλαίσιο της σχέσης μαθηματικών, μουσικής και αρχαιοελληνικής φιλοσοφίας, με έναν προσωπικό, πρωτοποριακό αλλά και μοναχικό τρόπο, αφήνοντας ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στη σύγχρονη μουσική του β’ μισού του 20ού αιώνα.
Ο Ξενάκης πέθανε τα ξημερώματα της 4ης Φεβρουαρίου 2001, σε ηλικία 78 ετών και μετά από μακρόχρονες περιπέτειες με την υγεία του. Η σορός του αποτεφρώθηκε στην υπόγεια κρύπτη του κοιμητηρίου Περ Λασαίζ στο Παρίσι χωρίς θρησκευτική τελετή, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία.
Ο Ξενάκης χρησιμοποίησε ως βάση για τις περισσότερες συνθέσεις του µαθηµατικά µοντέλα, με αποτέλεσμα να χαρακτηριστεί «νεοπυθαγόρειος». Στο γενικότερο πλαίσιο της κρίσης της σύγχρονης δυτικοευρωπαϊκής μουσικής μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, επεδίωξε να ξεφύγει από το αδιέξοδο στο οποίο θεωρούσε ότι είχε οδηγήσει η σειραϊκή και μετασειραϊκή μουσική. Σε αντίθεση όμως με άλλους Ευρωπαίους και Αμερικανούς συνθέτες που απέρριψαν ολοκληρωτικά την μουσική πρωτοπορία και στράφηκαν σε έναν μουσικό μεταμοντερνισμό, επιστρέφοντας εν μέρει ή ολοκληρωτικά στην τονικότητα, αναμιγνύοντας παλιά και νέα ύφη, «σοβαρή» και «δημοφιλή» μουσική κ.ά, ο Ξενάκης παρέμεινε ουσιαστικά πρωτοπόρος, πιστός στους στόχους που έθεσε από την αρχή. Όμως, ακόμα και οι συνθέτες που συνέχισαν να γράφουν πρωτοποριακή μουσική μετά το 1960 (με κύριο πόλο τον Πιερ Μπουλέζ στη Γαλλία) τον απομόνωσαν αρχικά, στερώντας του ακόμα και κρατικές επιχορηγήσεις. Ο Ξενάκης απέκτησε φανατικούς θαυμαστές αλλά και επικριτές, με επιχειρήματα τον φορμαλισμό και την στασιμότητα της μουσικής του μετά το 1970, αλλά και την υπερβολική δεξιοτεχνία που απαιτούσε από τους εκτελεστές.
Όπως ακούσαμε να λέει o ίδιος χαρακτηριστικά «Αισθάνομαι ξένος παντού», έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι φαντάζει και η αρχιτεκτονική του, στην εποχή της ή ακόμα και σήμερα για κάποιον που ψάχνει τις ιδέες και την σκέψη πίσω από την μορφή. Ξένη, αντισυμβατική, πρωτοποριακή, βγαλμένη από έναν άλλον κόσμο, αυτόν των μαθηματικών. «Αυτά που έβλεπα δεν με τραβούσαν», «Η μοντέρνα αρχιτεκτονική δεν με ενδιέφερε, για εμένα είχε σταματήσει τον 2 π.Χ. αι», «Έβλεπα κοινά προβλήματα στην μουσική με την αρχιτεκτονική», «Η έντεχνη αρχιτεκτονική του πολυτεχνείου δεν παράγει πρότυπο - πρωτότυπο», θραύσματα από τις σκέψεις του Ιάννη Ξενάκη που αντηχούσαν στα δωμάτια του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου κατά την διάρκεια της εκπομπής “Μονόγραμμα (ΕΡΤ, 1983) . Σκέψεις που μας δίνουν ίσως μια γενική εικόνα για την στάση του απέναντι στην αρχιτεκτονική και στα πράγματα, μια στάση που κράτησε και στη μουσική αλλά και σε όλη του την ζωή. Ακόμα τον ακούσαμε να μιλάει για την μεσαιωνική - χριστιανική αρχιτεκτονική μέσα από την οποία ήρθε σε επαφή με τις αναλογίες, αλλά δεν άφησε απ΄έξω και τη λαϊκή αρχιτεκτονική δείχνοντάς μας τον τρόπο με τον οποίο η διάνοιά του αντιλαμβανόταν ένα όλον και μια συνέχεια στα πράγματα, την οποία θα περάσει αργότερα και στην αρχιτεκτονική του μέσα από τα πολυμεσικά έργα του στα οποία ο αρχιτεκτονικός χώρος ορίζεται από ύλη, ήχο, φως, χρόνο, χρώμα και κενό. Η πορεία του στον χώρο της αρχιτεκτονικής ξεκινά μέσα από το γραφείο του διάσημου τότε αρχιτέκτονα Le Corbusier στο οποίο αρχικά εργαζόταν με την ιδιότητα του πολιτικού μηχανικού πάνω σε στατικούς υπολογισμούς κατασκευών. Στα πρώτα έργα όπου συνεργάστηκε με τον Le Corbusier όσον αφορά την αρχιτεκτονική, ήταν η πρόσοψη του Maison de la culture et de la jeunesse στο Firminy της Γαλλίας και η πρόσοψη του διάσημου μοναστηριού της La Tourette κοντά στην Lyon της Γαλλίας. Αργότερα αναλαμβάνοντας ένα μεγάλο κομμάτι του Philips Pavilion για την EXPO 1958 , και καταλήγοντας να γίνεται ένα έργο σχεδόν εξολοκλήρου δικό του, οι δύο αρχιτέκτονες ήρθαν σε ρήξη με αποτέλεσμα το τέλος της συνεργασίας τους. Από εκεί και πέρα ο δρόμος του στην αρχιτεκτονική ήταν μοναχικός, όχι μόνο σε ότι αφορά τις συνεργασίες, αλλά και σε σχέση με την ανάπτυξη μιας γλώσσας πολύ προσωπικής και ιδιαίτερα ξεχωριστής, συγκρινόμενη με τα υπόλοιπα έργα αρχιτεκτονικής στο διεθνές πεδίο. Άλλα αρχιτεκτονικά έργα του πέραν των προαναφερομένων είναι μια σειρά από έργα-εγκαταστάσεις γνωστά με το όνομα Πολύτοπα, σε διάφορα μέρη ανά τον κόσμο, το περίπτερο του Centre Georges Pompidou στο Παρίσι που φέρει το όνομα Διάτοπο, καθώς και κάποιες μελέτες όπως αυτή για το Cité de la Musique de La Villette (Paris, 1984) σε συνεργασία με τον Jean-Louis Véret, αυτή για την κατοικία του Roger et Karen Reynolds (1989), αλλά και άλλες, μερικές από τις οποίες αφορούσαν και πολεοδομικές προτάσεις όπως αυτή της “Κοσμικής πόλης” (1965).
 

Δευτέρα 3 Φεβρουαρίου 2014

Κωνσταντίνος Τσικλητήρας


Γενέτειρά του Κωστή Τσικλητήρα ήταν η Πύλος. Ο πατέρας του ήταν γιατρός και εξέχον μέλος της τοπικής κοινωνίας. Από τη νεαρή του ηλικία ασχολήθηκε με τον αθλητισμό ενώ παράλληλα η προπονησή του βασιζόταν σε αυτοσχεδιασμούς όπως το να πηδά τη μάντρα του σπιτιού του ή να περνά επάνω από τρία δεμένα άλογα. Στη συνέχεια διακρίθηκε στους μαθητικούς αγώνες. Με την προτροπή του πατέρα του σε ηλικία 17 ετών μετακόμοισε στην Αθήνα για να σπουδάσει οικονομικά στην Ανωτάτη Εμπορική Σχολή.
Ο Κώστας Τσικλητήρας όμως αφιερώθηκε στον αθλητισμό και το 1906 έγινε αθλητής του Πανελληνίου. Σπάνιες οι ψυχικές του αρετές, έξοχες οι σωματομετρικές του ικανότητες, όπως επισημαίνεται στην ιστορία του Πανελλήνιου Γ.Σ.. Ασχολήθηκε παράλληλα με το στίβο και το ποδόσφαιρο. Το 1906 κατέκτησε την τρίτη θέση στο μήκος άνευ φοράς στους Πανελληνίους Αγώνες με επίδοση 2.83 μ.. Το ίδιο έτος στους Μεσολυμπιακούς της Αθήνας, κατετάγη 6ος στο ύψος άνευ φοράς με 1.30 μ, ενώ στο μήκος άνευ φοράς αποκλείστηκε στον προκριματικό.
Το 1907 κατέκτησε τρία χρυσά μετάλλια στους Πανιώνιους Αγώνες της Σμύρνης, στο άλμα εις ύψος με 1.65 μ., στο ύψος άνευ φοράς με 1.40 μ. και στο μήκος άνευ φοράς με 3.14 μ.. Επίσης του απονεμήθηκε ο Χρυσός Σταυρός του Πανιωνίου. Στους Πανελλήνιους Αγώνες κατάκτησε 2 χρυσά μετάλλια. Με την ποδοσφαιρική ομάδα του Πανελληνίου συμμετείχε στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα του 1907 αγωνιζώμενος στη θέση του τερματοφύλακα.
Συμμετείχε και πάλι στο Πανελλήνιο πρωτάθλημα ποδοσφαίρου για την περίοδο 1907-08. Στις 20 Ιουλίου αγωνίστηκε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου στο αγαπημένο του αγώνισμα το οποίο ήταν το μήκος άνευ φοράς και κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο υποσχώμενος ότι θα γίνει πρώτος ολυμπιονίκης. Στις 23 Ιουλίου του 1908 ο Τσικλητήρας κατέκτησε για δεύτερη φορά το ασημένιο μετάλλιο στην ίδια διοργάνωση στο ύψος άνευ φοράς. Τα άλματά του ήταν 3,28 μ. και 1,15 μ. αντίστοιχα.
Από το 1908 ακολούθησε το Γιώργο Καλαφάτη εγκταλείποντας την ποδοσφαιρική ομάδα του Πανελληνίου και συμμετείχε στην πρώτη ομάδα που σχημάτισε ο Ποδοσφαιρικός Όμιλος Αθηνών. Αγωνιζώμενος ως τερματοφύλακας στον ΠΟΑ, στις 9 Σεπτεμβρίου του 1908 κατέκτησε το Κύπελλο ποδοσφαίρου που διοργανώθηκε από την Ολυμπιακή Επιτροπή και στις 30 Νοεμβρίου του 1908 κατέκτησε το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου που διοργανώθηκε από το ΣΕΑΓΣ. Στις 7 Δεκεμβρίου του 1910 κατάκτησε ένα ακόμη Πανελλήνιο Πρωτάθλημα ποδοσφαίρου με τον ΠΟΑ.
Την 1 Απριλίου του 1912 κατέρριψε στην Αλεξάνδριεα το παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα εις μήκος άνευ φοράς με 3,47 που κατείχε ο Αμερικανός Ρέι Γιούρι από το 1904. Στις 21 Απριλίου του 1912 κατέρριψε το παγκόσμιο ρεκόρ στο άλμα εις ύψος με επίδοση 1,72. Στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1912 στη Στοκχόλμη, κατά τους οποίους ήταν ο σημαιοφόρος της ελληνικής αποστολής, κατέκτησε στις 8 Ιουλίου το χρυσό μετάλλιο στο μήκος άνευ φοράς με άλμα 3,37 και το χάλκινο στο ύψος άνευ φοράς με άλμα 1,55.
Παρόλο που επέστρεψε νικητής και τροπαιούχος από την Στοκχόλμη, ο Τσικλητήρας είπε παρών στο προσκλητήριο των Βαλκανικών Πολέμων. Αρνήθηκε να υπηρετήσει σε άλλη θέση εκτός από την πρώτη γραμμή για να μην κατηγορηθεί για άνιση μεταχείριση. Εκεί στο μέτωπο προσεβλήθη από μηνιγγίτιδα και άφησε την τελευταία του πνοή στις 10 Φεβρουαρίου 1913 σε ηλικία 25 ετών. Τάφηκε στο οικογενειακό μνήμα της οικογένειας στο Α΄ νεκροταφείο Πατρών όπου βρίσκεται και σήμερα, πάνω στην πλάκα υπάρχουν 5 κύκλοι, το έμβλημα των ολυμπιακών αγώνων, εφόσον 3 μέλη της οικογένειας είχαν πάρει μέρος στους αγώνες. Το 1963 διοργανώθηκαν για πρώτη φορά οι Αγώνες Στίβου Τσικλητήρεια που φέρουν το όνομα του αθλητή.